lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανεκτικότητα στα ουγγρική

Λέξη:
ανεκτικότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
elnézés, tolerancia, türelem
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ανεκτικότητα, διαφορετικότητα ανεκτικότητα, ανεκτικότητα συνώνυμο, ανεκτικότητα συνώνυμα, ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, ανεκτικότητα ορισμόσ, ανεκτικότητα στα ουγγρική, elnézés στα ελληνικά
ανεκτικότητα στα ουγγρική