lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαμβακερός στα ουγγρική

Λέξη:
βαμβακερός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
gyapot, pamut, pamutszövet, vatta
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική βαμβακερός, σπάγκος βαμβακερός, σπάγγος βαμβακερός, βαμβακερός καμβάς, αντώνης βαμβακερός, βαμβακερός στα ουγγρική, gyapot στα ελληνικά
βαμβακερός στα ουγγρική