lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επάγγελμα στα ουγγρική

Λέξη:
επάγγελμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
hivatás, ipar, mesterség, beismerés, bevallás, felekezet, hit, vallás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική επάγγελμα, επάγγελμα φωτογράφος, επάγγελμα του μέλλοντος, επάγγελμα ρεπόρτερ, επάγγελμα ορισμός, επάγγελμα μεταφραστής, επάγγελμα στα ουγγρική, hivatás στα ελληνικά
επάγγελμα στα ουγγρική