lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επάγγελμα στα νορβηγικά

Λέξη:
επάγγελμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
bekjennelse, erupsjon, erverv, fag, falk, handverk, håndverk, konfesjon, næring, næringsliv, profesjon, religion, tro, yrke
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά επάγγελμα, επάγγελμα φωτογράφος, επάγγελμα του μέλλοντος, επάγγελμα ρεπόρτερ, επάγγελμα ορισμός, επάγγελμα μεταφραστής, επάγγελμα στα νορβηγικά, bekjennelse στα ελληνικά
επάγγελμα στα νορβηγικά