lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρέμα στα ουγγρική

Λέξη:
κρέμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
krém, tejszín, tejföl
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κρέμα, κρέμα προσώπου, κρέμα πατισερί, κρέμα ματιών, κρέμα λεμονιού, κρέμα καραμελέ, κρέμα στα ουγγρική, krém στα ελληνικά
κρέμα στα ουγγρική