lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μία στα ουγγρική

Λέξη:
μία (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
bármelyik, bizonyos, semmivel, valamilyen, egy, egyetlen
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μία, μια πόλη μια ομάδα. η ομάδα μου, μία φάροου, μία πόλη μία ομάδα, μία η άνοιξη στίχοι, μία ζωή χωρίς άγχος» του louise l. hay, μία στα ουγγρική, bármelyik στα ελληνικά
μία στα ουγγρική