lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μία στα πορτογαλικά

Λέξη:
μία (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
alguém, algum, qualquer, um, una, solo, uma, uno
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μία, μια πόλη μια ομάδα. η ομάδα μου, μία φάροου, μία πόλη μία ομάδα, μία η άνοιξη στίχοι, μία ζωή χωρίς άγχος» του louise l. hay, μία στα πορτογαλικά, alguém στα ελληνικά
μία στα πορτογαλικά