lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ουδέτερος στα ουγγρική

Λέξη:
ουδέτερος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (11):
elfogulatlan, inert, közömbös, objektív, pártatlan, renyhe, részvétlen, semleges, tárgyilagos, zéró, önzetlen
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ουδέτερος, ουδέτερος χρώμα, ουδέτερος φάση, ουδέτερος συνώνυμο, ουδέτερος συνώνυμα, ουδέτερος μονισμός, ουδέτερος στα ουγγρική, elfogulatlan στα ελληνικά
ουδέτερος στα ουγγρική