lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύνολο στα ουγγρική

Λέξη:
σύνολο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
abszolút, egész, hibátlan, totális, érintetlenség, feddhetetlenség, integrál, minden, összesség, együtt
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σύνολο, σύνολο φυσικών αριθμών, σύνολο τιμών, σύνολο προβλέψεων alpha bank, σύνολο προβλέψεων, σύνολο ν, σύνολο στα ουγγρική, abszolút στα ελληνικά
σύνολο στα ουγγρική