lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τραυματισμένος στα ουγγρική

Λέξη:
τραυματισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
reggel, sebesült, sebzett, sérült
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τραυματισμένος, τραυματισμένος στα ουγγρική, reggel στα ελληνικά
τραυματισμένος στα ουγγρική