lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άγριος στα ουκρανικά

Λέξη:
άγριος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (29):
брутальний, варварський, гострий, грубий, деспотичний, дикий, жахливий, жорстокий, кмітливий, невблаганний, нелюдський, несамовитий, нещадний, нищівний, обпалення, образливий, обурливий, отруйний, палючий, пекучий, потворний, похмурий, проникливий, різкий, сильний, суворий, хитрий, шалений, язичницький
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά άγριος, άγριοσ ξυλοδαρμόσ μετανάστη από την ομάδα διασ, άγριος σπόρος κριτική, άγριος σπόρος ακροπόλ, άγριος σπόρος, άγριος σολωμός αλάσκας, άγριος στα ουκρανικά, брутальний στα ελληνικά
άγριος στα ουκρανικά