lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άφωνος στα ουκρανικά

Λέξη:
άφωνος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
безмовний, мовчазний, мовчати, німий, німій, німої, німою
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά άφωνος, μένω άφωνοσ, άφωνοσ συνώνυμα, άφωνος μετάφραση, άφωνος στα ουκρανικά, безмовний στα ελληνικά
άφωνος στα ουκρανικά