lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανήσυχος στα ουκρανικά

Λέξη:
ανήσυχος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
дразливий, мінливий, неспокійний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ανήσυχος, ανήσυχος ύπνος παιδιού, ανήσυχος ύπνος νεογέννητου, ανήσυχος ύπνος μωρού 5 μηνων, ανήσυχος ύπνος μωρού 10 μηνων, ανήσυχος ύπνος μωρού, ανήσυχος στα ουκρανικά, дразливий στα ελληνικά
ανήσυχος στα ουκρανικά