lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
αξίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
заробити, заробіть, заробляти, заслуговувати, заслужити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αξίζω, τι αξίζω, δεν αξίζω, αόριστος αξίζω, αξίζω χατζηγιάννης στίχοι, αξίζω χατζηγιάννης, αξίζω στα ουκρανικά, заробити στα ελληνικά
αξίζω στα ουκρανικά