lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γελοίος στα ουκρανικά

Λέξη:
γελοίος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (19):
веселий, глузливий, гумористичний, дивний, жартівливий, забавний, кумедний, кумедною, кумедної, потішний, радісний, регтайм, сміховинний, смішний, смішною, смішної, смішній, утішний, чудний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γελοίος, είσαι γελοίος, γελοίος συνώνυμα, γελοίος ορισμός, γελοίος ετυμολογία, γελοίος γνωμικά, γελοίος στα ουκρανικά, веселий στα ελληνικά
γελοίος στα ουκρανικά