lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάσωση στα ουκρανικά

Λέξη:
διάσωση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
допомога, допомогу, звільнення, підкріплення, підтримка, полегшення, поміч, розмаїтість
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά διάσωση, διάσωση τραπεζών, διάσωση του στρατιώτη ράιαν, διάσωση σκύλου με ένα σάντουιτς (video), διάσωση σκύλου, διάσωση πρώτης κατοικίας, διάσωση στα ουκρανικά, допомога στα ελληνικά
διάσωση στα ουκρανικά