lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διεκδίκηση στα ουκρανικά

Λέξη:
διεκδίκηση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
відмовка, обман, позов, претензія, привід, рекламація
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά διεκδίκηση, διεκδίκηση νόμιμης μοίρας, διεκδίκηση κοινοχρήστων, διεκδίκηση επιμέλειας τέκνου, διεκδίκηση ενοικίων, διεκδίκηση δεδουλευμένων μισθών, διεκδίκηση στα ουκρανικά, відмовка στα ελληνικά
διεκδίκηση στα ουκρανικά