lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δόξα στα ουκρανικά

Λέξη:
δόξα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (25):
блиск, видатність, визначність, висота, вогник, гордощі, гордість, загальновідомість, запалити, запалювати, запах, засвітити, знаменитість, лев, легкий, освітити, пахощі, перевага, підвищення, розкіш, світлий, світло, слава, хвала, честь
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δόξα, δόξα τω θεώ, δόξα σοι ο θεός, δόξα πετρούσας, δόξα πενταλόφου, δόξα νέας μανωλάδας, δόξα στα ουκρανικά, блиск στα ελληνικά
δόξα στα ουκρανικά