lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εισβολέας στα ουκρανικά

Λέξη:
εισβολέας (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
загарбник, захоплювач, окупант
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εισβολέας, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - πέφτω και σηκώνομαι, εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - δεν παίρνεις από λόγια, εισβολέας στα ουκρανικά, загарбник στα ελληνικά
εισβολέας στα ουκρανικά