lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εισβολέας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
barnacle, interloper, interrupter, intruder, invader, raider, stalker, trespasser
εισβολέας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nájezdník, okupant, pronásledovatel, vetřelec
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eindringling
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
intruso, invasor, mazo, mosca
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canule, crampon, envahisseur, gêneur, importun, intrus, lavement, persécuteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
intruso, invasore
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
захватчик, попрошайка, пришелец, смола
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pushtues
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
захопнік
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
betolakodó
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
intruso, invasor
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
загарбник, захоплювач, окупант
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
intruz, najeźdźca, natręt

Σχετικές λέξεις

εισβολέας - έχω το θέμα μου (στίχοι), εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - δεν παίρνεις από λόγια, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο stixoi, εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας & eversor - καμικάζι lyrics, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας - πέφτω και σηκώνομαι