lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπιστοσύνη στα ουκρανικά

Λέξη:
εμπιστοσύνη (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (29):
визнання, впевненість, вступ, віра, вірування, довіра, довіру, доктрина, доступ, заклад, залежність, запорука, застава, зізнання, ймовірність, кредит, кредитний, кредитувати, освідчення, певність, полягання, признання, прийняття, припущення, підтвердження, розписка, розпізнавання, сповідь, траст
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη συνώνυμα, εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, εμπιστοσύνη στο θεό, εμπιστοσύνη στιχακια, εμπιστοσύνη στη σχέση, εμπιστοσύνη στα ουκρανικά, визнання στα ελληνικά
εμπιστοσύνη στα ουκρανικά