lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπιστοσύνη στα τσεχική

Λέξη:
εμπιστοσύνη (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
doufat, důvěra, důvěryhodnost, kredit, náboženství, přesvědčení, spolehnutí, spoléhání, svěřit, svěřovat, víra, věřit, úvěr
Σχετικές λέξεις:
τσεχική εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη συνώνυμα, εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, εμπιστοσύνη στο θεό, εμπιστοσύνη στιχακια, εμπιστοσύνη στη σχέση, εμπιστοσύνη στα τσεχική, doufat στα ελληνικά
εμπιστοσύνη στα τσεχική