lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενθουσιασμός στα ουκρανικά

Λέξη:
ενθουσιασμός (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
буде, воля, душа, ентузіазм, жар, заповіт, пристрасть, промисловість, ретельність, сердечність, індустрія
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ενθουσιασμός, ενθουσιασμός φως εν τη ψυχή ποιεί προς το μέλλον, ενθουσιασμός τι σημαινει, ενθουσιασμός συνώνυμο, ενθουσιασμός συνώνυμα, ενθουσιασμός ορισμός, ενθουσιασμός στα ουκρανικά, буде στα ελληνικά
ενθουσιασμός στα ουκρανικά