lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ενθουσιασμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eagerness, enthusiasm, fervour, get-up-and-go, gusto, impassion, mettle, verve, zeal, zest
ενθουσιασμός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
elán, entuziasmus, horko, horlivost, nadšení, vedro, vroucnost, vřelost, zanícení, zápal, čilost, živost, žár
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
begeisterung, begeisterungen, eifer, elan, enthusiasmus, feuer, glut, hitze, jubel, taten
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
begejstring, entusiasme, glød, inderlighed, iver
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acucia, afán, ardor, brío, calor, celo, empeño, entusiasmo, exaltación, fervor, fuga, hervor
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
animation, ardeur, brio, chaleur, emballement, enthousiasme, entrain, entraînement, ferveur, fougue, lyrisme, oestre, verve, vivacité, zèle
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ardore, brio, entusiasmo, fervore, grinta, slancio, vena, zelo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
entusiasme, glød, inderlighet, iver
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
азарт, воодушевление, горячность, пыл, рвение, усердие, энтузиазм
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brånad, entusiasm, glöd, iver
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
руплівасць, стараннасць, шчырасць
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
innukus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hartaus, innostus, into, kiihko
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
revnost
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elragadtatás, hév, lelkesedés, tempó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
entuziazmas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ardor, diligencia, entusiasmo, esmero, fervor, furor, solicitude, vida, zelo
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
nadšenie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
буде, воля, душа, ентузіазм, жар, заповіт, пристрасть, промисловість, ретельність, сердечність, індустрія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
entuzjazm, zapał

Σχετικές λέξεις

ενθουσιασμός συνώνυμα, ενθουσιασμός ετυμολογία, ενθουσιασμός αποφθέγματα, ενθουσιασμός φως εν τη ψυχή ποιεί προς το μέλλον, ενθουσιασμός συνώνυμο, ενθουσιασμός τι σημαινει, ενθουσιασμός λεξικο, ενθουσιασμός ορισμός, ενθουσιασμός traduzione