lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εννοώ στα ουκρανικά

Λέξη:
εννοώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (30):
вважайте, вважати, вірити, гадати, допускайте, думайте, думати, значити, мислити, міркувати, надіятися, означати, очікувати, очікуйте, повірити, повірте, подумати, припускати, припустити, підлий, підраховувати, підрахувати, підрахуйте, рахувати, середина, середній, сподіватися, уявити, уявляти, чекати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εννοώ, εννοώ την ημέραν εκείνην, εννοώ την ημέραν, εννοώ συνωνυμα, εννοώ σημασία, εννοώ στα ουκρανικά, вважайте στα ελληνικά
εννοώ στα ουκρανικά