lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επισκέπτομαι στα ουκρανικά

Λέξη:
επισκέπτομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (13):
відвідати, відвідувати, відновити, відновлення, відновлювати, відремонтувати, лагодження, лагодити, полагодити, ремонт, ремонтний, ремонтувати, ходити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επισκέπτομαι, επισκέπτομαι την πόλη μου 2014, επισκέπτομαι την πόλη μου, επισκέπτομαι συνώνυμο, επισκέπτομαι συνώνυμα, επισκέπτομαι ρήμα, επισκέπτομαι στα ουκρανικά, відвідати στα ελληνικά
επισκέπτομαι στα ουκρανικά