lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφικτός στα ουκρανικά

Λέξη:
εφικτός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
діючий, досяжний, здійсненний, здійснимий, можливий, практичний, реальний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εφικτός, εφικτός συνώνυμο, εφικτός συνώνυμα, εφικτός αντωνυμο, εφικτός αγγλικα, εφικτός wiki, εφικτός στα ουκρανικά, діючий στα ελληνικά
εφικτός στα ουκρανικά