lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάστρωμα στα ουκρανικά

Λέξη:
κατάστρωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
банк, берег, вал, верства, виступ, день, доба, карниз, мій, насип, палуба, пласт, рудник, шар, шахта
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κατάστρωμα, ονειροκρίτης κατάστρωμα, κατάστρωμα πλοίου, κατάστρωμα οδού, κατάστρωμα εξάλων, κατάστρωμα γέφυρασ, κατάστρωμα στα ουκρανικά, банк στα ελληνικά
κατάστρωμα στα ουκρανικά