lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κορυφή στα ουκρανικά

Λέξη:
κορυφή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (30):
ведучий, верх, верхній, верховина, верхівка, вершина, вищий, відмітка, вінець, каблук, клаузула, корона, коронувати, крапка, крона, кінчик, маківка, найвищий, наконечник, очко, період, питання, провідний, пункт, пік, речення, розділ, стаття, точка, шпиль
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κορυφή, κορυφή χαριλάου, κορυφή των ιμαλαϊων, κορυφή τρικάλων, κορυφή τριγώνου, κορυφή της πίνδου, κορυφή στα ουκρανικά, ведучий στα ελληνικά
κορυφή στα ουκρανικά