lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λύσσα στα ουκρανικά

Λέξη:
λύσσα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
божевілля, збавте, сказ, фурія, шаленість, шаленство, шаль, шалю, шаля
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά λύσσα, λύσσα ωραιόκαστρο, λύσσα συμπτώματα, λύσσα στον άνθρωπο συμπτωματα, λύσσα στον άνθρωπο, λύσσα στις γάτες, λύσσα στα ουκρανικά, божевілля στα ελληνικά
λύσσα στα ουκρανικά