lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπανιέρα στα ουκρανικά

Λέξη:
μπανιέρα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
ванна, лабораторія, лабораторний, радіатор
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μπανιέρα, μπανιέρα υπερήχων, μπανιέρα υδρομασάζ, μπανιέρα τιμη, μπανιέρα τιμές, μπανιέρα μωρού, μπανιέρα στα ουκρανικά, ванна στα ελληνικά
μπανιέρα στα ουκρανικά