lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιοδικό στα ουκρανικά

Λέξη:
περιοδικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
ангар, арсенал, банк-депозитарій, банк-хранитель, басейн, вмістище, грим, депо, депозитарій, журнал, запасіть, зберігання, конституція, косметика, крамницю, крамниця, кіно, магазин, нагромадження, резервуар, скарбниця, склад, схов, сховище, тезаурус, часопис
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά περιοδικό, περιοδικό ψυχολογία, περιοδικό σχεδία, περιοδικό οκ, περιοδικό θεολογία, περιοδικό αρχαιολογία, περιοδικό στα ουκρανικά, ангар στα ελληνικά
περιοδικό στα ουκρανικά