lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: στόλος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
armada, fleet, marine, navy
στόλος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
flotila, loďstvo, námořnictvo, námořnictví
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flotte, kies
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
flåde, marin, marine
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
armada, flota, marido, marina
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
batellerie, flotte, marine, pèse
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
flotta, marina, naviglio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flotta, flåte, marin, marine, pol
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
флот
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flotta, marin, marine
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
flotë
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
флот
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
flotta, hajóhad, tengerészet
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
armada, marina, marinha
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вантаження, завантаження, загрузка, флот, флотилія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
flota

Σχετικές λέξεις

στόλος φάντασμα στα νερά της σιγκαπούρης, στόλος ο πολεμικός, στόλος aegean, στόλος οσυ, στόλος ολυμπιακής, στόλος οασθ 2014, στόλος της μαύρης θάλασσας, στόλος οασθ, στόλος κυκλοφορούντων οχημάτων, στόλος οχημάτων