lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυρκαγιά στα ουκρανικά

Λέξη:
πυρκαγιά (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
вогник, вогонь, елемент, живий, живіть, жити, запалити, запалювати, засвітити, легкий, мерехтіння, мерехтіти, мешкати, мигтіння, огонь, освітити, пожити, проживати, прямий, світлий, світло
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πυρκαγιά, πυρκαγιά στα ουκρανικά, вогник στα ελληνικά
πυρκαγιά στα ουκρανικά