lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σανδάλι στα ουκρανικά

Λέξη:
σανδάλι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
сандалія, сандаля, шкарпетка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σανδάλι, χειροποίητο σανδάλι, ανδρικό σανδάλι, ανατομικό σανδάλι, σανδάλι στα ουκρανικά, сандалія στα ελληνικά
σανδάλι στα ουκρανικά