lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκίτσο στα ουκρανικά

Λέξη:
σκίτσο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
вивчати, вивчення, вивчити, викласти, вчити, досліджувати, дослідити, ескіз, застелити, кабінет, класти, комутатор, контур, навчання, накривати, накрити, нарис, обрис, план, покладати, покласти, положення, положити, постелити, стелити, учитися
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σκίτσο, σκίτσο χατζόπουλου, σκίτσο χαντζόπουλου, σκίτσο φωτιστικά, σκίτσο του χαντζόπουλου, σκίτσο του σάκη μπουλά, σκίτσο στα ουκρανικά, вивчати στα ελληνικά
σκίτσο στα ουκρανικά