lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντία στα δανική

Λέξη:
αυθεντία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
autoritet, herredømme, kontrol, kraft, magt, mandat, myndighed, regering, respekt, styre, øvrighed
Σχετικές λέξεις:
δανική αυθεντία, αυθεντία ως τεκμήριο, αυθεντία του κράτουσ δικαίου, αυθεντία συνώνυμο, αυθεντία συνωνυμο, αυθεντία στα αγγλικα, αυθεντία στα δανική, autoritet στα ελληνικά
αυθεντία στα δανική