lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχισμή στα ουκρανικά

Λέξη:
σχισμή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
береш, вада, вилом, винаймати, виїмка, гніздо, дефект, зарубка, наймати, найняти, оренда, орендувати, отвір, паз, плата, прогалина, пролом, проміжок, проріз, рента, розтріскатися, розтріскуватися, тріщина, хлопець, щілина, щілину
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σχισμή, σχισμή του sylvius, σχισμή του larrey, σχισμή της αφροδίτης, σχισμή στη γλώσσα, σχισμή σημασία, σχισμή στα ουκρανικά, береш στα ελληνικά
σχισμή στα ουκρανικά