lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τεχνίτης στα ουκρανικά

Λέξη:
τεχνίτης (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
винахідник, майстер, оперативний, ремісник, робітник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά τεχνίτης, τεχνίτης φανοποιός και βαφής οχημάτων, τεχνίτης περιποίησης χεριών και ποδιών, τεχνίτης ξυλουργικής & επιπλοποιίας, τεχνίτης μηχανικός εγκαταστάσεων, τεχνίτης μηχανικός αυτοκινήτων μοτοσυκλετών και μηχανών θαλάσσης, τεχνίτης στα ουκρανικά, винахідник στα ελληνικά
τεχνίτης στα ουκρανικά