lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τοποθέτηση στα ουκρανικά

Λέξη:
τοποθέτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (34):
асигнування, викласти, вкладення, влаштування, відрахування, дислокація, диспозиція, доброзичливість, домовленість, застелити, класти, місцезнаходження, місцеперебування, накривати, накрити, натура, план, покладати, покласти, положення, положити, постелити, розміщення, розподіл, розпорядження, розташування, симпатія, стелити, схема, схильність, угода, улаштування, уподобання, устрій
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά τοποθέτηση, τοποθέτηση φωνής, τοποθέτηση ταπετσαρίας, τοποθέτηση σπιράλ, τοποθέτηση προϊόντος, τοποθέτηση προφυλακτικού, τοποθέτηση στα ουκρανικά, асигнування στα ελληνικά
τοποθέτηση στα ουκρανικά