lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρελός στα ουκρανικά

Λέξη:
τρελός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
агонізується, безумний, божевільний, марить, навіжений, психічнохворий, скажений, розладжений
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά τρελός, τρελός συνώνυμα, τρελός παπάς, τρελός παλαβός και βέγγος, τρελός μαθηματικός, τρελός λαγός, τρελός στα ουκρανικά, агонізується στα ελληνικά
τρελός στα ουκρανικά