lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαβρώνω στα πολωνική

Λέξη:
διαβρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
wygryzać, wyżreć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική διαβρώνω, διαβρώνω συνώνυμα, διαβρώνω ετυμολογία, διαβρώνω στα πολωνική, wygryzać στα ελληνικά
διαβρώνω στα πολωνική