lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναβολή στα πορτογαλικά

Λέξη:
αναβολή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
adiamento, atraso, armistício, suspensão
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αναβολή, αναβολή συζήτησης προσωρινής διαταγής, αναβολή στρατός, αναβολή στρατού, αναβολή στράτευσης λόγω σπουδών 2013, αναβολή στράτευσης για κοινωνικούς λόγους, αναβολή στα πορτογαλικά, adiamento στα ελληνικά
αναβολή στα πορτογαλικά