lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναβολή στα τσεχική

Λέξη:
αναβολή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
lhůta, napínavost, odklad, odložení, odročení, pozastavení, přerušení, příměří, suspendování, suspenze, zastavení, zavěšení, závěs
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αναβολή, αναβολή συζήτησης προσωρινής διαταγής, αναβολή στρατός, αναβολή στρατού, αναβολή στράτευσης λόγω σπουδών 2013, αναβολή στράτευσης για κοινωνικούς λόγους, αναβολή στα τσεχική, lhůta στα ελληνικά
αναβολή στα τσεχική