lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξιοπρεπής στα πορτογαλικά

Λέξη:
αξιοπρεπής (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
abonado, augusto, benemérito, decente, decoroso, digno, honroso, merecedor, relevante, venerasse, virtuoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αξιοπρεπής, αξιοπρεπής συνώνυμα, αξιοπρεπής κλίση, αξιοπρεπής ζωή, αξιοπρεπής english, αξιοπρεπής στα πορτογαλικά, abonado στα ελληνικά
αξιοπρεπής στα πορτογαλικά