lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ερασιτέχνης στα πορτογαλικά

Λέξη:
ερασιτέχνης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
aficionado, amador, bailador, curioso, excursionista
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ερασιτέχνης, ερασιτέχνης παναθηναικος, ερασιτέχνης οργανοποιός, ερασιτέχνης ολυμπιακός, ερασιτέχνης κινηματογραφιστής, ερασιτέχνης κηπουρός περιοδικό, ερασιτέχνης στα πορτογαλικά, aficionado στα ελληνικά
ερασιτέχνης στα πορτογαλικά