lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικανοποίηση στα πορτογαλικά

Λέξη:
ικανοποίηση (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
satisfação, agrado, contento, gozo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ικανοποίηση, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση του πελάτη, ικανοποίηση συνώνυμο, ικανοποίηση πελατών, ικανοποίηση πελάτη, ικανοποίηση στα πορτογαλικά, satisfação στα ελληνικά
ικανοποίηση στα πορτογαλικά