lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κολοσσιαίος στα πορτογαλικά

Λέξη:
κολοσσιαίος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
descomunal, gigantesco, piramidal, agigantado, enorme, gigante, imenso, monstruoso, tremendo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κολοσσιαίος, κολοσσιαίος στα πορτογαλικά, descomunal στα ελληνικά
κολοσσιαίος στα πορτογαλικά