λιοντάρι στα αγγλικά λιοντάρι στα γερμανικά λιοντάρι στα δανική λιοντάρι στα ισπανικά λιοντάρι στα γαλλικά λιοντάρι στα ιταλικά λιοντάρι στα νορβηγικά λιοντάρι στα ρωσικά λιοντάρι στα σουηδικά λιοντάρι στα αλβανικά λιοντάρι στα βουλγαρικά λιοντάρι στα λευκορωσίας λιοντάρι στα εσθονική λιοντάρι στα φινλανδικά λιοντάρι στα κροατικά λιοντάρι στα ουγγρική λιοντάρι στα λιθουανική λιοντάρι στα σλοβενική λιοντάρι στα σλοβακική λιοντάρι στα ουκρανικά λιοντάρι στα πολωνική
συνδέω στα ιταλικά μονός στα αγγλικά έξη στα αγγλικά ναρκώνω στα ιταλικά αρθρίτιδα στα πορτογαλικά
ναρκώνω στα αγγλικά μονός ψεκασμός έξη βικιλεξικο συνδέω κλίση αρθρίτιδα συμπτώματα