lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μερίδα στα πορτογαλικά

Λέξη:
μερίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (31):
afinado, bocado, cata, causa, centésima, certo, componente, correcto, culto, decoro, dieta, direito, elemento, etapa, honor, honra, jus, lancha, lote, meio, motivo, naco, papel, parcela, parte, pedaço, quinhão, raciona, razão, recto, segmento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μερίδα, μερίδα φαγητού, μερίδα του λέοντος, μερίδα ρύζι γραμμάρια, μερίδα μακαρόνια θερμίδες, μερίδα μακαρόνια γραμμάρια, μερίδα στα πορτογαλικά, afinado στα ελληνικά
μερίδα στα πορτογαλικά